Η ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ FOOTBALL ANALYTICS ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΕΚ ΤΗΣ ΣΕΖΟΝ
ΑΕΚ Δέλλα vs ΑΕΚ Πογέτ
Ο Βασίλης Σαμπράκος διαβάζει την έκθεση των αναλυτών ποδοσφαίρου που συγκρίνουν την ΑΕΚ του Δέλλα με αυτή που φτιάχνει ο Πογέτ.
Στην διαρκή προσπάθειά μου να κατανοώ καλύτερα τα όσα παρακολουθώ να εξελίσσονται εντός αγωνιστικών χώρων, ζήτησα από την Smart Physio να επιχειρήσει μια σύγκριση ανάμεσα στην ΑΕΚ που παρουσίασε στην αρχή του πρωταθλήματος ο Τραϊανός Δέλλας και την ΑΕΚ που αρχίζει δειλά δειλά να παρουσιάζει ο Γκας Πογέτ. Τους αναλυτές αγώνων βοηθά το γεγονός ότι οι δύο προπονητές έχουν πλέον ίσο αριθμό αγώνων. Ο μελετητής των δεδομένων όμως πρέπει κατά την ανάγνωση να έχει κατά νου ότι ο Ουρουγουανός προπονητής δεν είχε καμιά συμμετοχή στο χτίσιμο της ΑΕΚ και φυσικά δεν είχε στη διάθεσή του χρόνο μιας προετοιμασίας για να βάλει τις βάσεις της ομάδας που έχει στο μυαλό του. Ο Πογέτ αναγκάστηκε και αναγκάζεται να τα κάνει όλα on the fly, να επιχειρεί επιρροές και προσαρμογές στο πλάνο του μέσα στην εξέλιξη της αγωνιστικής περιόδου, των αγώνων. Κι αυτή είναι μια πολύ μεγάλη διαφορά συγκριτικά με την φύση της δουλειάς του προπονητή που συναρμολογεί ένα ρόστερ και διδάσκει τα βασικά της φιλοσοφίας του κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας.
Με όλα τα παραπάνω κατά νου, έχει μεγάλο ενδιαφέρον η ανάλυση που ετοίμασαν για το gazzetta ο Περικλής Βλαχάκης και ο Θανάσης Τράμπας, την οποία μοιράζομαι μαζί σας:
“Στα προηγούμενα parts αναλύσαμε μεθόδους με τις οποίες εκτιμάμε επιθετική και αμυντική λειτουργία (προσδοκώμενα γκολ υπέρ & κατά), τον δείκτη που συνυπολογίζει ικανότητα μετατροπής σουτ σε γκολ υπέρ και κατά (καθώς και το πόσο επηρεάζεται από τον παράγοντα τύχη), τις πάσες και το τέμπο κατοχής.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει πιο επισφαλές επάγγελμα από αυτό του προπονητή. Το φαινόμενο του αγιασμού, της παρέλασης, της γαλοπούλας αναφέρεται σε εκείνες τις χρονικές στιγμές που η διοίκηση μιας ομάδος αποφασίζει να αλλάξει τη τεχνική ηγεσία, συνήθως μετά από ένα απογοητευτικό αποτέλεσμα ή μια σειρά αγώνων που η ομάδα αποδίδει χειρότερα από το αναμενόμενο. Συνήθως, ο αριθμός ηττών και κατά δεύτερον τα γκολ είναι αυτά που χρησιμοποιούνται είτε από τη μια ή την άλλη πλευρά, προκειμένου να δικαιολογήσουν ή να αντιταχθούν στο σκεπτικό της απόφασης. Ωστόσο, όπως είπαμε σε προηγούμενο ποστ, το γκολ είναι ένα μέγεθος σπάνιο σε ένα ποδοσφαιρικό αγώνα: 0-5 γκολ ανά παιχνίδι στη συντριπτική πλειοψηφία της Superleague, δημιουργεί ερωτήματα κατά πόσο η επίτευξη ή αδυναμία μετατροπής σουτ σε γκολ είναι ικανή να κρίνει το έργο ενός προπονητή.
Τον Οκτώβριο του 2015, ο Ολυμπιακός υποδέχεται την ΑΕΚ στο στάδιο Γ. Καραϊσκάκης, με την Ένωση να αποδίδει σχετικά καλά για το πρώτο ημίχρονο του αγώνα, αλλά τελικά να δέχεται μια ντροπιαστική ήττα με 4-0, και ως συνέπεια η διοίκηση του Δικεφάλου να ζητήσει την απομάκρυνση του Έλληνα τεχνικού. O Gus Poyet ορίζεται νέος τεχνικός, μια εβδομάδα μετά και έπειτα από τη νίκη της Ένωσης με 5-1 έναντια στην ομάδα του Ηρακλή Θεσσαλονίκης.
Πρίν την έναρξη της 16ης αγωνιστικής, ο νέος τεχνικός συμπληρώνει 7 αγωνιστικές στον πάγκο της Ένωσης και η Εταιρεία μας μετά από συζήτηση με τον Β. Σαμπράκο αποφασίζει να αξιολογήσει το μέχρι στιγμής έργο του Ουρουγουανού. Ωστόσο, δεν θα χρησιμοποιήσουμε τα γκολ, αλλά τα προσδοκώμενα γκολ που αποτελούν έναν πιο αντικειμενικό δείκτη ικανότητας της ομάδος, καθώς και διάφορες άλλες τακτικές μεταβλητές για να δούμε κατά πόσο επέδρασε η αλλαγή τεχνικού στην ομάδα.
Να υπενθυμίσουμε ότι η ΑΕΚ του Τραϊανού Δέλλα αντιμετώπισε τους εξής αντιπάλους:
Πλατανιά (εντός)
Ξάνθη (εκτός)
ΠΑΣ (εντός)
ΠΑΟΚ (εκτός)
Βέροια (εκτός)
Ατρόμητος (εντός)
Ολυμπιακός (εκτός)
συλλέγοντας κατά μ.ο. 1,85 πόντους ανά παιχνίδι
Η ΑΕΚ του Gus Poyet αντιμετώπισε τους:
Παναθηναϊκός (εκτός)
Αστέρας (εντός)
Πανθρακικός (εκτός)
Παναιτωλικός (εντός)
Καλλονή (εντός)
Πανιώνιος (εκτός)
Λεβαδειακός (εντός)
συλλέγοντας κατα μ.ο. 1,57 πόντους ανά παιχνίδι
Ήδη λοιπόν η διαφορά είναι αρνητική με 0,28 πόντους /παιχνίδι να χάνονται, αλλά ευτυχώς για την ώρα, η διοίκηση της ΠΑΕ ΑΕΚ δεν ακούγεται τόσο δυσαρεστημένη από την απόδοση της ομάδος για να προβεί σε νέα αντικατάσταση του τεχνικού της επιτελείου.
Επειδή τα γκολ και οι βαθμοί μπορεί βραχυπρόθεσμα να είναι αποτέλεσμα τύχης ή ατυχίας, ας εξετάσουμε μια σειρά από τακτικές μεταβλητές:
Ξεκινάμε με την αμυντική λειτουργία της ομάδος. Ακούγεται ότι με τον ερχομό του Poyet, η ομαδα της ΑΕΚ άρχισε να πιέζει πιο ψηλά, οπότε παραθέτουμε το παρακάτω γράφημα, με το γήπεδο να έιναι χωρισμένο σε 6 ίσα τμήματα. Οι αριθμοί εντός των τμημάτων αναφέρονται σε δείκτη πίεσης που όσο μεγαλύτερος είναι, τόσο περισσότερες αμυντικές ενέργειες πραγματοποιήθηκαν, όταν ο αντίπαλος είχε την κατοχή. Στο πρώτο γράφημα η ομάδα του Δέλλα, στο δεύτερο η ομάδα του Poyet.
Παρατηρούμε τα εξής στοιχεία: Ο Δέλλας προτιμούσε η πλειονότητα των αμυντικών ενεργειών να πραγματοποείται εντός 16.5μ. από το τέλος της μεγάλης περιοχής της ΑΕΚ και κατά δεύτερη προτεραιότητα πίσω από το κέντρο του γηπέδου. Από την άλλη ο Poyet μετέφερε την πίεση ακόμα πιο μπροστά, μαρκάροντας αντιπάλους εντός 16.5μ. πίσω και μπροστά από το κέντρο του γηπέδου, χωρίς ωστόσο να φέρει ψηλά την αμυντική του γραμμή (1ο και 2ο τμήμα σχεδόν όμοια), αλλά φέρνοντας τους επιθετικούς πιο πίσω (στο 5ο & 6ο τμήμα μειώθηκε η πίεση). Αυτό ίσως οφείλεται κατά κύριο λόγο στην μετατροπή του συστήματος από 4231 σε 433, με τον Johansson να μεταφέρεται πιο ψηλά και έχοντας δίπλα του τον Μάνταλο, ο Simoes να ενεργεί πιο ψηλά, προκειμένου να κρατηθεί η τριάδα του κέντρου compact. Η πίεση ψηλά στο γήπεδο (5ο & 6ο τμήμα) μπορεί να μην είναι τόσο ζωντανή, όσο πριν, αλλά αυτό ίσως βοηθήσει στο να κρατηθούν κοντινές οι γραμμές μεταξύ κέντρου και επίθεσης, όταν επανακτάται η κατοχή και προσφέροντας περισσότερες λύσεις για τη δημιουργία επίθεσης.
Προχωράμε σε δείκτες κατοχής με το γράφημα 10 να απεικονίζει τις συνολικές και τις επιθετικές πάσες υπέρ και κατά για τους 2 προπονητές (με μπλε ο Τ. Δέλλας, με κίτρινο ο Poyet)
Ελαφρύ προβάδισμα για τον Ουρουγουανό που κατά μ.ο με 37 πάσες το παιχνίδι φαίνεται να έχει αυξήσει την κατοχή της ομάδος (471 vs. 434). Ωστόσο, παρόμοια τάση δείχνει και η κατοχή κατά, με τους αντιπάλους να έχουν αυξήσει κατά 43 πάσες την κατοχή τους (301 vs. 344) Από την άλλη, οι επιθετικές πάσες υπέρ είναι λιγότερες στην εποχή Poyet (102 vs. 110), ενώ οι επιθετικές πάσες των αντιπάλων σχεδόν οι ίδιες (78 vs. 80)
Στο γράφημα 11 απεικονίζουμε το ρυθμό κατοχής υπέρ και κατά, με την ΑΕΚ του Poyet να κυκλοφορεί την μπάλα πιο γρήγορα σε σε σύγκριση με την ΑΕΚ του Δέλλα(13.2 vs. 12.3 πάσες το λέπτο), ενώ οι αντίπαλοι δεν έχουν καταφέρει να αλλάξουν κάτι στη ταχύτητα του passing game τους (11.5 vs. 11.2). Μια μικρή διαφορά παρατηρείται στο ποσοστό των μακρυνών πασών σε σχέση με τις συνολικές πάσες και σε αυτές που προσπαθεί η ΑΕΚ (12.07 vs. 11.85) και σε αυτές των αντιπάλων (14.7 vs. 13.8).
Έχοντας αναλύσει τις διαφορές στην ανάπτυξη της ομάδος, προχωράμε στις προσπάθειες για γκολ. Στο γράφημα 12 απεικονίζονται οι προσπάθειες για επίτευξη τέρματος κατά τη θητεία των 2 τεχνικών.
Σε μια πρώτη άποψη, φαίνεται ότι για τα σούτ εντός περιοχής, η ΑΕΚ του Poyet έχει μετακινηθεί 4-5μ. δεξιότερα από το κέντρο του τέρματος, ενώ για τα σουτ εκτός εστίας, συγκλίνουν προς το κέντρο, μειώνοντας τη μεγάλη διασπορά που είχαν κατά την εποχή του Δέλλα. Όπως αναφέραμε σε προηγούμενα ποστ, όσο πιο κοντά και κεντρικά ως προς το τέρμα επιχειρείται ένα σουτ, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχει να μετατραπεί σε γκολ. Οπτικά, λοιπόν, περιμένουμε να δούμε μια μείωση των προσδοκώμενων γκολ. Ας επιβεβαιωθούμε με τα νούμερα.
Στο γράφημα 13, απεικονίζονται τα συνολικά σουτ υπέρ και κατά . Παρατηρείται, λοιπόν, μια μείωση της επιθετικής παραγωγικότητας της ΑΕΚ (12.14 vs. 13.14 σουτ / αγωνιστική), ενώ επιπλέον οι αντίπαλοί της δημιουργούν περισσότερες ευκαιρίες από ότι πριν (9.57 vs. 9.14 σουτ / αγωνιστική). Ο αριθμός των σουτ δεν λέει πάντα την αλήθεια, καθώς πολλά από αυτά θα μπορούσαν να ήταν ακίνδυνα, οπότε ας προχωρήσουμε στον πιο σημαντικό δείκτη των προσδοκώμενων γκολ.
Στο γράφημα 14 παρουσιάζουμε τα προσδοκώμενα γκολ / αγωνιστική υπέρ και κατά. Επιβεβαιώνοντας τις αρχικές εκτιμήσεις, η ΑΕΚ του Poyet “σημειώνει” 1.28 έναντι 1.46 προσδοκωμενων γκολ , ενώ επιβαρύνεται ταυτόχρονα με 0.92 έναντι 0.73 προσδοκωμενων γκολ που “δεχόταν” έως και το ματς ενάντια στον Ολυμπιακό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η προσδοκώμενη διαφορά γκολ να μειωθεί από 0.764 (επί περιόδου Δέλλα) σε 0.362 (επί περιόδου Poyet). Η προσδοκώμενη διαφορά γκολ έχει προγνωστική αξία, καθώς όσο μεγαλύτερη είναι τόσο πιο πιθανό να καταλήξεις ψηλά στο βαθμολογικό πίνακα).
Θα μπορούσε αυτή η διαφορά να στοιχίζε στην ΑΕΚ περισσότερους χαμένους βαθμούς, ωστόσο τι ήταν αυτό που το απέτρεψε; Όπως αναφέραμε σε προηγούμενο post, η μετατροπή γκολ υπέρ και κατά είναι 70% τύχη και 30% ικανότητα και σύντομα οι ομάδες που είναι συνεχώς τυχερές ή άτυχες, τελικά παλινδρομούν στο μέσο όρο. Έαν η ΑΕΚ, παρ’ όλη τη μείωση στο δείκτη ικανότητας, δεν έχασε βαθμούς αυτό σημαίνει είτε ότι αυξήθηκε η ικανότητα της να μετατρέπει τα σουτ σε γκολ (30%) ή οι αντίπαλοί της δεν είχαν τη δόση τύχης επί περιόδου Δέλλα να επιτυγχάνουν γκολ ή να αποσοβούν τις ευκαιρίες της Ένωσης (70%). Ωστόσο, παρατηρήσαμε ότι και η μετατροπή ευκαριών σε γκολ μειώθηκε επί Poyet (15.9% vs. 18.3%), οπότε ίσως η μείωση της τύχης των αντιπάλων ήταν αυτή που ευθύνεται για τη σχεδόν όμοια συγκομιδή βαθμών. Το γράφημα 15, απεικονίζει τον παράγοντα “τύχη” επί Δέλλα και Poyet. Oι φυσιολογικές τιμές είναι εντός +-100, αλλά επειδή οι ομάδες ψηλά στο βαθμολογικό πίνακα ανταποκρίνονται καλύτερα από μια μέση ομάδα της Superleague, τότε αυτές τείνουν να είναι πάνω από το 0 (να θεωρούνται ικανές και τυχερές).
Πράγματι, λοιπόν, ο δείκτης ατυχίας της ΑΕΚ μειώθηκε κατά 55.4 μονάδες (από -85.5 ανέβηκε στο -30.1) επιβεβαιώνοντας τις διαδοχικές εκτιμήσεις μας.
Έχοντας τελειώσει με τις τακτικές μεταβλητές, είναι αναγκαίο να ορίσουμε πότε μια διαφορά ανάμεσα σε 2 μετρήσεις, είναι “τακτικά” σημαντική ή όχι. Για το λόγο αυτό, η στατιστική μας προσφέρει το μέγεθος επίδρασης. Στο παρακάτω γράφημα 16, έχουμε τοποθετήσει όλες τις μεταβλητές σε σειρά και απεικονίζουμε το μέγεθος της επίδρασης της αλλαγής τεχνικής ηγεσίας στις παρατηρηθείσες τακτικές μεταβλητές. Μέχρι 0.2, θεωρείται μικρή επίδραση και είμαστε αβέβαιοι εάν οι διαφορές Δέλλα και Poyet είναι κατόπιν παρέμβασης του τελευταίου. Έως 0.5 θεωρείται μέτρια επίδραση και είμαστε πιο σίγουροι, ότι οι αλλαγές είναι πράγματι αποτέλεσμα παρέμβασης. Έως 0.7 θεωρείται μεγάλη επίδραση και απο 0.7 και πάνω είναι όλο και πιο πιθανό ότι οι διαφορές είναι αποτέλεσμα της παρέμβασης. Το πρόσημο δείχνει απλά την κατεύθυνση της επίδρασης. Σε όλες τις μετρήσεις, η απόδοση του Δέλλα αφαιρείται από αυτή του Poyet ( Poyet – Δέλλας). Σε κάποιες μεταβλητές παρατηρούμε μείωση και σε κάποιες αύξηση. Με πράσινο, κίτρινο και κόκκινο χρώμα οι μεταβλητές με χαμηλή, μέτρια και υψηλή επίδραση. Με μπλε απεικονίζονται οι μεταβλητές με αμελητέο μέγεθος επίδρασης.
Συμπερασματικά, λοιπόν, η ΑΕΚ του Poyet δείχνει να έχει αυξήσει την κυκλοφορία των πασών υπέρ της, αλλά και να μην διστάζει να δώσει περισσότερη κατοχή στον αντίπαλο, όταν προσπαθεί να προστατέψει το σκορ υπέρ της. Ο ρυθμός κατοχής έχει βελτιωθεί σημαντικά, χωρίς όμως να επιτρέψει στον αντίπαλο να επιβάλει υψηλό ρυθμό παιχνιδιού. Η επιθετική ικανότητα να δημιουργεί επικίνδυνες φάσεις για γκολ μειώθηκε και ταυτόχρονα μειώθηκε και η ικανότητα της αμυντικής λειτουργίας να περιορίζει τον αντίπαλο σε ευκαιρίες μακρυά από την εστία της. Η προσδοκώμενη διαφορά γκολ έπεσε και αυτό συνεπάγεται με απώλεια βαθμών μελλοντικά, καθώς η τύχη της σύντομα πλησιάζει τον μέσο όρο και δεν θα τη βοηθήσει μακροχρόνια να αποφύγει αρνητικά αποτελέσματα.
Ο Poyet σε αντίθεση με τον Τραϊανό Δέλλα, έχει την ευκαιρία να σταθεροποιήσει και να βελτιώσει την απόδοση της ομάδος του. Στο θέμα αλλαγής τεχνικής ηγεσίας, οι διοικήσεις των ελληνικών ομάδων χαρακτηρίζονται συνήθως από έλλειψη ψύχραιμων και evidence-based μεθόδων να αξιολογήσουν το έργο ενός προπονητή. Για τους 2ους, δυστυχώς, δεν υπάρχει ούτε το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό να τους πλαισιώσει, ούτε η εκπαίδευση ώστε να θωρακίσουν τα αποτελέσματα του project τους’ με αποτέλεσμα μια προβλεπόμενη αποσταθεροποίηση της απόδοσης, πολλές φορές να θεωρείται ανέλπιστη και να σοκάρει από διοικούντες έως και οπαδούς, και φυσικά ακόμα και το ίδιο το τεχνικό επιτελείο που χωρίς τεκμηριωμένα στοιχεία, αποχωρεί ταπεινωμένο, δίχως να ολοκληρώσει το έργο του”.
* Έχω ζητήσει από τους αναλυτές της Smart Physio να επιχειρήσουν μια αντίστοιχη σύγκριση ανάμεσα στον Παναθηναϊκό του Γιάννη Αναστασίου και αυτόν του Αντρέα Στραματσόνι. Ελπίζω να απολαμβάνετε αυτά τα αναγνώσματα όσο κι εγώ.